Ἡνιοχῶν

Ἡνιοχῶν
Ἡνιόχη
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἡνιοχῶν — ἡνιόχη fem gen pl ἡνιοχέω hold the reins pres part act masc nom sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡνιόχων — Ἡνίοχος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡνιόχων — ἡνίοχος one who holds the reins masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • PARTHAMOSIRIUS — Rex Parthorum, memoratus Ael. Spartiano in Hadriano Caes. c. 5. Psamatossirim, quem Traianus Parthis Regemfecerat. Membranae Palkatinae Sarmatossirim hunc Regem indigetant et editio Mediolanensis, quod propius accedit ad Παρθημόσιριν, ut eum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Τελχίς — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν ένας από τους ηνίοχους των Διοσκούρων (ο άλλος ήταν ο Άμφιτος) κατά την Αργοναυτική εκστρατεία. Και οι δυο παρέμειναν στον Πόντο, ίδρυσαν τη Διοσκουριάδα και έγιναν γενάρχες του λαού των Ηνιόχων… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Δελφών — Το Μουσείο των Δελφών, που στεγάζει μία από τις πλουσιότερες συλλογές έργων της αρχαίας ελληνικής τέχνης, χτίστηκε την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, με χρήματα του ελληνικού δημοσίου και την αρωγή του εθνικού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”